φιλιστρίνι

φιλιστρίνι
φιλιστρίνι, το και φινέστρα, η και φινεστρίνι, το και φινιστρίνι, το
(λ. ιταλ.), κυκλικό ή ημικυκλικό παραθυράκι αερισμού και φωτισμού στις καμπίνες των πλοίων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • φιλιστρίνι — το, Ν ναυτ. βλ. φινιστρίνι …   Dictionary of Greek

  • φινιστρίνι — και φινεστρίνι και φιλιστρίνι, το, Ν μικρό στρογγυλό παράθυρο σε καμπίνα πλοίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. finestrino, υποκορ. του finestra «παράθυρο». Ο τ. φινιστρίνι με αφομοιωτική τροπή του ε σε ι , ενώ ο τ. φιλιστρίνι με ανομοίωση τού ν σε λ ] …   Dictionary of Greek

  • φινέστρα — η βλ. φιλιστρίνι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φινεστρίνι — το βλ. φιλιστρίνι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”